27 Νοέ Εκλογίκευση κ΄ ηθικοποίηση. «Τουλάχιστον μάθαμε κάτι από αυτό».
Δύο από τις πιο διαδεδομένες Δευτερογενείς αμυντικές διεργασίες που χρησιμοποιούν τα άτομα, όπως κατανοούνται σήμερα από τους ειδικούς. Οι άμυνες που χαρακτηρίζονται ως δευτερογενείς ή πιο ώριμες ή ανώτερες ή «υψηλότερης τάξης» σχετίζονται με την εσωτερική οριοθέτηση του ψυχικού οργάνου.
Εκλογίκευση
Η άμυνα της εκλογίκευσης είναι τόσο οικεία, ώστε δεν χρειάζεται ιδιαίτερη επεξήγηση. Πρόκειται για έναν όρο ο οποίος στον καθημερινό λόγο χρησιμοποιείται με την ίδια σημασία που έχει και στα ψυχαναλυτικά συγγράμματα. Επιπλέον αποτελεί και ένα φαινόμενο το οποίο οι περισσότεροι από εμάς θεωρούμε διασκεδαστικό, τουλάχιστον όταν το συναντάμε στους άλλους. «Είναι τόσο βολικό να είμαστε λογικά όντα», σχολίασε ο Benjamin Franklin, «από τη στιγμή που μπορεί κανείς να βρει ή να κατασκευάσει ένα λόγο για οτιδήποτε έχει στο νου του»
Επιστρατεύουμε την εκλογίκευση είτε όταν δεν καταφέρνουμε να αποκτήσουμε κάτι που επιθυμούσαμε και αποφασίζουμε αναδρομικά ότι τελικά δεν το επιθυμούσαμε και τόσο πολύ (μερικές φορές αυτή η διεργασία ονομάζεται «εκλογίκευση των ξινών σταφυλιών», σύμφωνα με το μύθο του Αισώπου για την αλεπού και τα σταφύλια), είτε όταν κάτι κακό έχει ήδη συμβεί και εκ των υστέρων αποφασίζουμε ότι τελικά αυτό δεν ήταν και τόσο κακό («η εκλογίκευση του γλυκού λεμονιού»).
Ένα παράδειγμα του πρώτου τύπου εκλογίκευσης είναι το συμπέρασμα ότι μια συγκεκριμένη κατοικία, το οικονομικό κόστος της οποίας είναι πολύ υψηλό, ούτως ή άλλως είναι πολύ μεγάλη για μας- ένα παράδειγμα του δεύτερου τύπου αποτελεί η πανανθρώπινα γνωστή εκλογίκευση εκείνων που δίνουν έμφαση στη μάθηση από ένα «πάθημα»: «Τουλάχιστον μάθαμε κάτι από αυτό».
Όσο πιο ευφυές και δημιουργικό είναι ένα άτομο, τόσο πιθανότερο είναι να κάνει καλές εκλογικεύσεις. Η άμυνα αυτή λειτουργεί εποικοδομητικά όταν επιτρέπει στο άτομο να επιτύχει με τη λιγότερη μνησικακία το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα σε μια δύσκολη κατάσταση. Από την άλλη πλευρά, όμως, ένα βασικό μειονέκτημα είναι η δυνατότητα εκλογίκευσης των πάντων. Οι άνθρωποι σπανίως παραδέχονται ότι προβαίνουν σε μια συγκεκριμένη πράξη μόνο και μόνο επειδή τους κάνει να αισθάνονται καλά συνήθως, προτιμούν να επινοούν καλές δικαιολογίες για αυτές τις πράξεις.
Έτσι, για παράδειγμα, ο γονιός που χτυπά το παιδί του εκλογικεύει την επιθετικότητά του προφασιζόμενος ότι το κάνει «για το καλό του».
Ο θεραπευτής που αυξάνει συνεχώς το ύψος της αμοιβής του εκλογικεύει την απόφασή του λέγοντας ότι η αύξηση της πληρωμής θα κάνει καλό στην αυτοεκτίμηση του πελάτη του.
Το άτομο που βρίσκεται διαρκώς σε δίαιτα εκλογικεύει τη ματαιοδοξία του χρησιμοποιώντας ως πρόφαση την υγεία του.
Η ηθικοποίηση συνδέεται στενά με την εκλογίκευση. Στην εκλογίκευση το άτομο αναζητά σε ασυνείδητο επίπεδο λογικές αιτίες για τις πράξεις του. Στην ηθικοποίηση αναζητά τρόπους προκειμένου να αισθανθεί ότι έχει καθήκον να ακολουθήσει μια συγκεκριμένη πορεία. Η εκλογίκευση προσφέρει λογικές αιτίες σε αυτό που το άτομο ήδη επιθυμεί. Η ηθικοποίηση τοποθετεί την επιθυμία στη σφαίρα της ηθικής υποχρέωσης. Στην εκλογίκευση το άτομο θα μιλήσει για τη «μαθησιακή εμπειρία» την οποία αποκόμισε από κάποια απογοήτευση που βίωσε, ενώ στην ηθικοποίηση θα επιμείνει ότι η απογοήτευση «χαλύβδωσε το χαρακτήρα» του.
Το γεγονός ότι μέσω της ηθικοποίησης το άτομο φτάνει στην αυτοδικαίωση έχει συντελέσει ώστε κάποιοι να τη θεωρούν διασκεδαστική και κάποιοι άλλοι ακαθόριστα δυσάρεστη. Και αυτό, παρότι σε συγκεκριμένες πολιτικές και κοινωνικές περιστάσεις οι ηγέτες που εκμεταλλεύονται την επιθυμία των ψηφοφόρων τους να αισθάνονται ηθικά ανώτεροι μπορούν να επιφέρουν μαζική ηθικοποίηση, και μάλιστα τόσο εύκολα ώστε το κοινό τους ούτε καν να το αντιληφθεί.
Η πεποίθηση των αποικιοκρατών ότι μετέδιδαν έναν ανώτερο πολιτισμό στους ανθρώπους που λεηλατούσαν αποτελεί ένα καλό παράδειγμα ηθικοποίησης. Ο Χίτλερ μπορούσε να ικανοποιεί τις δολοφονικές φαντασιώσεις του πείθοντας έναν εκπληκτικό αριθμό οπαδών του ότι η εξάλειψη των Εβραίων, των ομοφυλόφιλων και των Τσιγγάνων ήταν απαραίτητη για την ηθική και πνευματική βελτίωση της ανθρώπινης φυλής. Η ισπανική Ιερά Εξέταση ήταν άλλη μία κοινωνική οργάνωση που χρησιμοποίησε την ηθικοποίηση της επιθετικότητας, της απληστίας και της επιθυμίας για παντοδυναμία
Σε καθημερινό επίπεδο, οι περισσότεροι από εμάς έχουμε συναντήσει κάποιον που βασίζει τη σκληρή κριτική προς έναν υφιστάμενό του στην άποψη ότι είναι καθήκον του επόπτη να είναι ειλικρινής με τα παραπτώματα του εργαζόμενου. Στην υποστήριξη διδακτορικών διατριβών υπάρχουν επιθετικοί εξεταστές που διατυπώνουν σχόλια του τύπου: «Η σκληρή κριτική είναι εποικοδομητική για το φοιτητή».
Μια φίλη μου, διακοσμήτρια εσωτερικών χώρων, ηθικοποιούσε τη ματαιοδοξία που κρυβόταν πίσω από την απόφασή της να κάνει πλαστική προσώπου ισχυριζόμενη ότι ήταν υποχρεωμένη να έχει ένα ελκυστικό παρουσιαστικό για τους πελάτες της. Η Bette Davis δήλωσε ότι στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είχε βιώσει μια σύγκρουση για το αν θα συνέχιζε την καλλιτεχνική της καριέρα, κατάφερε όμως να επιλύσει την αμφιθυμία της ως εξής: «Στη συνέχεια όμως σκέφτηκα ότι αυτό ακριβώς επιθυμούσε ο εχθρός -να καταστρέψει και να παραλύσει την Αμερική. Έτσι, λοιπόν, αποφάσισα να συνεχίσω να εργάζομαι» (στο Sorel, 1991).
Η ηθικοποίηση μπορεί να γίνει αντιληπτή και ως μια εξελικτικά προηγμένη εκδοχή της διχοτόμησης. Αν και εγώ δεν την έχω συναντήσει με αυτό τον τρόπο στην ψυχαναλυτική βιβλιογραφία, μπορώ να καταλάβω ότι μια τάση για ηθικοποίηση μπορεί να είναι ένα φυσιολογικό μεταγενέστερο στάδιο της πρωτόγονης διάκρισης καλού-κακού.
Ενώ η διχοτόμηση συντελείται φυσιολογικά σε ένα παιδί προτού επιτευχθεί η δημιουργία ενός σύνθετου εαυτού που έχει την ικανότητα να βιώνει αμφιθυμία, η ηθικοποίηση αντιμετωπίζει τα ανάμικτα συναισθήματα καταφεύγοντας σε κάποια ηθική αρχή. Από την ηθικοποίηση μπορεί κανείς να συμπεράνει τη λειτουργία ενός Υπερεγώ το οποίο είναι συνήθως αυστηρό και τιμωρητικό.
Η ηθικοποίηση συνιστά μια κεντρικής σημασίας άμυνα σε άτομα με οργάνωση του χαρακτήρα που οι αναλυτές αποκαλούν ηθικό μαζοχισμό (Reik, 1941). Έχει επίσης παρατηρηθεί ότι και ορισμένοι ιδεοψυχαναγκαστικοί ασθενείς καταφεύγουν σε αυτή την άμυνα. Στην ψυχοθεραπεία αυτά τα άτομα αποτελούν πρόκληση για τους θεραπευτές. Ο θεραπευτής μπορεί να διαπιστώσει ότι όποτε προχωρά σε κατά πρόσωπο αντιμετώπιση των αυτούποτιμητικών στάσεων ή συμπεριφορών αυτών των ασθενών, θεωρείται ανήθικος, επειδή οι αξίες του δεν συμφωνούν με τις δικές τους.
Ένας ιδεοψυχαναγκαστικός ασθενής μου, ο οποίος βρισκόταν στο νευρωτικό άκρο του μεταιχμιακού φάσματος, μου ζητούσε επίμονα να καταδικάσω για ηθικούς λόγους το συχνό ψυχαναγκαστικό αυνανισμό του, με την ελπίδα ότι θα κατόρθωνε να επιλύσει τη σύγκρουσή του σε αυτό το θέμα. «Πώς θα αισθανόσασταν εάν έλεγα ότι κατά τη γνώμη μου αυτή η συμπεριφορά εμποδίζει τη δημιουργία σχέσεων με το άλλο φύλο;», τον ρώτησα. «Θα αισθανόμουν βαθιά ντροπιασμένος και ότι μου κάνετε κριτική. Θα ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί», απάντησε. «Πώς θα αισθανόσασταν εάν έλεγα ότι, βάσει της καταπίεσης που βιώσατε στο παρελθόν, είναι επίτευγμα το ότι βρήκατε κάποιον τρόπο σεξουαλικής ικανοποίησης, και υποστήριζα πως ο αυνανισμός αντιπροσωπεύει μια προοδευτική τάση στη σεξουαλική σας εξέλιξη;», τον ρώτησα. «Θα σκεφτόμουν ότι είστε διεφθαρμένη», ανταπάντησε
Η ηθικοποίηση επομένως ως αμυντική διεργασία φανερώνει ότι, ακόμη και αν μια δεδομένη άμυνα μπορεί να θεωρηθεί ένας «ώριμος» μηχανισμός, είναι δυνατόν να αποδειχτεί εκνευριστικά απροσπέλαστη στη θεραπευτική επίδραση. Η εργασία με κάποιον ασθενή που βρίσκεται στο νευρωτικό φάσμα, του οποίου ο χαρακτήρας καθορίζεται από τη χρόνια, ανελαστική χρήση μιας συγκεκριμένης αμυντικής στρατηγικής, μπορεί να είναι τόσο κοπιώδης όσο και η εργασία με ολοφάνερα ψυχωτικούς ασθενείς.
&&&
&&&
Από το βιβλίο της Νάνση ΜακΟυιλιαμς, “Ψυχαναλυτική διάγνωση”.
Μαρία Κορακά
Ψυχολόγος – ΨυχοΘεραπεύτρια | Κοινωνική Λειτουργός | Θεραπεύτρια Ζευγαριού & Οικογένειας
Έκφραση Ψυχής – Χώρος Συμβουλευτικής & Ψυχοθεραπείας για Ενήλικες & Εφήβους
Βουραϊκού 2 (Πελεκανέικα) – Πάτρα
Τηλέφωνο Επικοινωνίας : 6974 349 109